Αίθυια

Στρατιωτικοί Ιερείς στον Αγώνα της Εθνικής Παλιγγενεσίας

| Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2009

Μία από τις άγνωστες -εν πολλοίς πτυχές της ανεκτίμητης προσφοράς της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο Ελληνικό Έθνος είναι η αποφασιστική συμβολή των στρατιωτικών ιερέων στην επιτυχία του αγώνα της Παλιγγενεσίας. Πρόκειται για τη μεγαλειώδη πατριωτική προσφορά ορθοδόξων κληρικών, που, ως διορισμένοι ή εθελοντές στρατιωτικοί ιερείς, βρέθηκαν στα πεδία των μαχών, στο πλευρό των μαχόμενων Ελλήνων. Διακρίνονται δε σαφώς από τους ιερείς εκείνους που έλαβαν τα άρματα και αγωνίστηκαν ως μαχητές εναντίον των Τούρκων.

Η παρουσία στρατιωτικών ιερέων στον αγώνα του ’21 μαρτυρείται από τις πάσης φύσεως πηγές και χρονολογείται από την έναρξη της Επαναστάσεως.
Ήδη στην πρώτη Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου θεσμοθετείται και επισήμως, με το ψήφισμα της 9ης Απριλίου 1822, θέση ιερέα για κάθε χιλιαρχία του νεοσύστατου τακτικού στρατού. Βάσει του κανονισμού ονομάζεται Αξιωματικός και εντάσσεται στο επιτελείο της μονάδος, ανάμεσα στο γραμματέα, τον ιατρό και το φροντιστή, με προσδιοριζόμενο μάλιστα μηνιαίο μισθό, ύψους 120 γροσίων[1]. Στην πρώτη δε αναλυτική ονομαστική κατάσταση των αξιωματικών ενός Συντάγματος Πεζικού καταχωρείται, ανάμεσα στους ‘’Γενικούς Αξιωματικούς’’ και το όνομα του ιερέα Νικολάου[2].
Αλλά και εκτός του τακτικού στρατού, στα στρατιωτικά σώματα των Ελλήνων Οπλαρχηγών, είχαν ενταχθεί εθελοντές στρατιωτικοί ιερείς που προσέφεραν, καθ’όλη τη διάρκεια του αγώνα, αμισθί, τις πολύτομες υπηρεσίες τους. Στο ιδιαίτερο σώμα του Θ. Κολοκοτρώνη υπηρετούσαν οι ιερείς «Παπά Ζαφειρόπουλος, Οικονόμος από Λάστα και Οικονόμος Βελισάριος[3]»[04], ενώ στρατιωτικοί ιερείς συνόδευαν και τα στρατεύματα του Γ. Καραϊσκάκη[5], του Μάρκου Μπότσαρη[6] , του Παπαφλέσσα[7] και το Ιόνιο στρατιωτικό σώμα[8].
Στρατιωτικοί ιερείς υπηρετούσαν επίσης και στις πολεμικές μοίρες των Ελλήνων Ναυάρχων, όπως του Αλεξάνδρου Δημ. Κριεζή, όπου είχε διορισθεί ο Παπά Σωφρόνιος Σκλιάς[9] και στη μοίρα του Τομπάζη και του διαδόχου του Ανδρέα Μιαούλη[10] , όπου υπηρετούσε, ως ιερέας του στόλου, ο Αρχιμανδρίτης Θεόδωρος, ο οποίος συχνά δεχόταν τις θερμές ευχαριστίες του αρχιναυάρχου «δια τον αποστολικόν ζήλον, όν ανάπτυσε κατά τας εκδρομάς»[11].

Η αποστολή των στρατιωτικών ιερέων στον αγώνα του ’21 -όπως και σε όλους τους αγώνες του Έθνους[12] - ήταν αμιγώς πνευματική. Μένοντας συνεπείς στον ιερό χαρακτήρα του λειτουργήματός τους, δεν χρησιμοποίησαν όπλα κατά των εχθρών. Είναι χαρακτηριστική στο σημείο αυτό η μαρτυρία του Αρχιμ. Νικηφόρου Ρωμανίδη, στρατιωτικού ιερέα καθ’ όλη την περίοδο του αγώνα του ’21 και στη συνέχεια μονίμου στρατιωτικού ιερέα στο ανεξάρτητο Ελληνικό Κράτος. Σε ανέκδοτη αναφορά του, της 13ης Δεκεμβρίου 1837, υπεραμύνεται του πνευματικού χαρακτήρα της αποστολής του, σε αντιδιαστολή προς αυτόν του ιερέα μαχητή, ακόμακαι επί των οικονομικών του απολαβών και της ιεραρχικής του εξελίξεως. Τονίζει δε συγκεκριμένως ότι «αν ενηγκάλιζον ιδίαις χερσί τα όπλα εξ αρχής ήθελον χαίρει ανώτερον βαθμόν καθώς άλλοι. Πλην δεν είναι νομίζω ευκαταφρόνητον ότι εφύλαξα το Ιερατικόν επάγγελμα, και εβοήθησα τον στρατόν λόγω και έργω πραγματικώς, χρηματίσας μάλιστα εις πολλά Σώματα ως διδάσκαλος άνευ τινός επιμισθίου»[13].
Οι στρατιωτικοί ιερείς, ακολουθώντας σ’όλες τις μάχες, τους κινδύνους και τις κακουχίες τα στρατεύματα, ιερουργούσαν, εξομολογούσαν, κοινωνούσαν και παραμυθούσαν τους αγωνιζόμενους αδελφούς. Κυρίως όμως προκινδύνευαν στην πρώτη γραμμή του μετώπου. Με το θυσιαστικό παράδειγμά τους, ακόμη και με το αίματους[14] συνέβαλαν αποφασιστικά στην ενίσχυση του φρονήματος των ανδρών καιστη νικηφόρα έκβαση των πολεμικών επιχειρήσεων.
«Κατά πάσαν πρωϊαν και εσπέραν έψαλλον την αγίαν παράκλησιν»[15] προσευχόμενοι υπέρ ευοδώσεως του αγώνος. Προ των μαχών «με ενθουσιαστικούς λόγους κατά πολύ ενεψύχωναν τον στρατόν, κηρύσσοντες τον υπέρ πίστεως και πατρίδος λόγον»[16] . Τελούσαν τη Θεία Λειτουργία και μετέδιδαν τον Άρτο της ζωής, οπλίζοντας τους άνδρες με πρωτοχριστιανικό φρόνημα για να αψηφούν τους κινδύνους και το θάνατο.
Κατά δε τη διάρκεια των μαχών ευρίσκονταν στην πρώτη γραμμή του πυρός «ενθαρρύνωντες τους στρατιώτας»[17], όπως το χαρακτηριστικό παράδειγμα του περιώνυμου Φλεσάκου, ο οποίος «εις τας μάχας πάντοτε ακράτει εις τας χείρας τουτην εικόνα της Παναγίας και επήγαινεν εμπρός. Εις τας Πάτρας δε κατά την περίφημον μάχην της 9ης Μαρτίου οι Τούρκοι εκυνήγησαν και αυτόν, όστις καταδιωκόμενος έρριψε την εικόνα εντός μιας βάτου,και είπεν εις αυτήν, ότι αν δεν δυναμώσητους Έλληνας να νικήσουν τους Τούρκους δεν την παίρνει πάλιν, ειπών «πήγαινε και συ με τους Τούρκους». Εντός ολίγου οι Έλληνες ενίκησαν και τούτο εθεωρήθη υπό των στρατιωτών ως θαύμα της Παναγίας»[18]
Άλλοτε «έψαλλον παρακλήσεις, δεόμενοι του αληθινού Θεού να βοηθήση τους Έλληνας να νικήσουν τον εχθρόν» κατά το παράδειγμα του προμνημονευθέντος Παπά Ζαφειρόπουλου, ο οποίος«εις την κατά του Δράμαλη μάχην ήτο εις την ίδιαν θέσιν, όπου εστέκετο και ο Κολοκοτρώνης και διεύθυνεν αυτήν, και εκεί έψαλλε παράκλησιν, δεόμενος του αληθινού Θεού να βοηθήση τους Έλληνας να νικήσουν τον ισχυρόν Δράμαλην»[19].
Τέλος προέπεμπαν τους ετοιμοθάνατους αγωνιστές στην αγήρατω ζωή της αμαράντου δόξης προσφέροντάς τους τα τελευταία πνευματικά εφόδια, όπως συνέβηκαι με τον μεγάλο οπλαρχηγό Γ.Καραϊσκάκη. Ο κορυφαίος πολέμαρχος του Γένους, μετά από θανάσιμο τραυματισμό, λίγες ώρες πριν το θάνατό του, κάλεσε τον πνευματικό του, «ένα των ιερέων του στρατοπέδου, εξωμολογήθη, ως αληθήςκαι θεοσεβής χριστιανός, εζήτησε συγχώρησιν παρά των περιεστώτων και εκοινώνησε των αχράντων μυστηρίων»[20].

Η ανεκτίμητη προσφορά και η καθοριστική συμβολή των στρατιωτικών ιερέων στην ευόδωση του αγώνα του ’21 έχει αποτυπωθεί, με εύγλωττο τρόπο και στη μαρτυρία ενός από τους αυτόπτες μάρτυρες των ηρωικών αγώνων και θυσιών τους υπέρ της ανεξαρτησίας του Έθνους. Παραθέτουμε ένα μικρό απόσπασμά της ως κατακλείδα της επιγραμματικής αυτής αναφοράς μας στους στρατιωτικούς ιερείς του αγώνα της εθνικής μας παλιγγενεσίας.«Προκειμένου περί πίστεως και πατρίδος,πυρίκαυστα ρίπτουσι (σ.σ οι ιερείς) τα λεγόμενα βεράτια αυτών, αποξένονται οικειοθελώς πάσης υπερτιμήσεως και αρμοδιότητος πολιτικής, και αντί ικετών ταπεινών προς τυράννους μετασχηματίζοντα ιεις μαχητάς σταυροφόρους, αλλά πιστούς σταυροφόρους, κατά των τυράννων. Ό,τι άλλοτε ηύχοντο εν τω ναώ«Σώσον Κύριες τον λαόν σου», τούτου γίνονται ήδη η προθυμότερα εκτέλεσις εν τοις πεδίοις του Άρεως, πανταχού συγκινδυνεύοντεςπερί των όλων, πανταχού μαρτυρούντεςυπέρ πίστεως και πατρίδος, και πανταχού εκπροσωπούντες την εκκλησίαν, ευλογούσαν τους μαχόμενους και αγιάζουσαν τους πίπτοντας υπέρ ιερών και οσίων»[21] .

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ: • 1. Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1823, Αι Εθνικαί Συνελεύσεις, τόμος πρώτος Α΄, έκδοσις Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, Αθήναι 1971, σελ. 37-38. • 2. Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, μέχρι της εγκαταστάσεως της Βασιλείας, τόμος Α΄, εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Δ. Α. Μαυρομάτη, 1857, σελ. 271-272. • 3. Πρόκειται περί του, εκ της πρεσβυτέρας αδελφής του, γαμβρού του Παλαιών Πατρών Γερμανού με το επώνυμο Διογενίδης. Βλ. Παλαιών Πατρών Γερμανού, Απομνημονεύματα, εκδόσεις Βεργίνα, Δεκέμβριος 1996, σελ. 8. • 4. Φωτίου Χρυσανθακόπουλου ή Φωτάκου, Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως του1821, τόμος Α΄, εκδόσεις Βεργίνα, Δεκέμβριος 1996, σελ.261-264. • 5. Χρήστου Βυζαντίου, Ιστορία των κατά την Ελληνικήν Επανάστασιν εκστρατειών και μαχών, Αθήναι1956, σελ. 193. • 6. F.C.H. Pοugueville, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μεταφρασθείσα υπό Ξενοφώντος Ζυγούρα, τόμος Δ΄, εν Αθήναις, 1891, σελ. 125-126. • 7. F.C.H. Pοugueville, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μεταφρασθείσα υπό του Ιωάννου Θ. Ζαφειρόπουλου,τόμος Τρίτος, εν Αθήναις, 1890, σελ. 116. • 8. Ιωάννου Φιλήμονος, Δοκίμιον ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος τρίτος, Αθήναι 1860, σελ. 303,305. • 9. Αντωνίου Α. Μιαούλη, Συνοπτική ιστορία των υπέρ της ελευθερίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος γενομένων ναυμαχιών, εκδόσεις Βεργίνα, Δεκέμβριος 1996, σελ. 108,118,121. • 10. F.C.H. Pougueville, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μεταφρασθείσα υπό του Ιωάννου Θ. Ζαφειρόπουλου, τόμος Τρίτος, εν Αθήναις, 1890, σελ. 260. • 11. F.C.H Pougueville, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μεταφρασθείσα από του Ξενοφώντος Ζυγούρα, τόμος Δεύτερος, εν Αθήναις, 1890, σελ. 276. • 12. Βλέπε σχετικά, Αρχιμ. Μελετίου Κουράκλη, Η συμβολή των στρατιωτικών ιερέων στους αγώνες του Έθνους, Τρίπολη 1999 • 13. ΓΑΚ/Στρατιωτικοί Ιερείς/Φ.218, α/α εγγράφου 162. Σχετικά με το κεφαλαιώδες θέμα της θέσης των κληρικών στον πόλεμο, βλ. Κωνσταντίνου Ν. Καλλίνικου, Χριστιανισμός και Πόλεμος, 1919 και ιδίως το κεφάλαιο Ο Πόλεμος και ο Χριστιανικός Κλήρος, σελ. 32-76. • 14. Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας μέχρι της εγκαταστάσεως της Βασιλείας, τόμος τρίτος, Αθήναι, 1972, σελ. 58-59. • 15. Ιωάννου Φιλήμονος, ένθα ανωτ., σελ. 305 • 16. Φωτίου Χρυσανθακόπουλου ή Φωτάκου, Βίοι Πελοποννήσιων ανδρών, εκδόσεις Βεργίνα, Δεκέμβριος 1996, σελ. 229. • 17. Αυτόθι, σελ. 233. • 18. Αυτόθι, σελ. 233 • 19. Αυτόθι, σελ. 97-98. • 20. Χρήστου Βυζαντίου, ένθα ανωτ., σελ. 193 • 21. Ιωάννου Φιλήμονος, ένθα ανωτ. σελ. 29-30.
Μελέτιος Κουράκλης, Στρατιωτική Επιθεώρηση

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου