Αίθυια

Η παράνοµη διακίνηση λαθροµεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση

| Δευτέρα 21 Σεπτεμβρίου 2009
1. ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Η λαθροµετανάστευση και ειδικότερα η πράξη της διακίνησης διευκόλυνσης λαθροµεταναστών [Σύµφωνα µε την Σύµβαση της EUROPOL-[Ευρωπαϊκή Αστυνοµική Υπηρεσία] (Παράρτηµα που προβλέπεται στο άρθρο 2 αυτής ), ως διακίνηση λαθροµεταναστών και συγκεκριµένα κυκλώµατα παράνοµης µετανάστευσης, νοούνται οι δράσεις που διευκολύνουν εσκεµµένα επί σκοπώ πλουτισµού και κατά παράβαση των νοµοθεσιών και προϋποθέσεων που ισχύουν στα κράτη µέλη, την είσοδο ή την ανάληψη εργασίας στο έδαφος των κρατών µελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης] αποτελεί ένα πρόβληµα για τα Κ-Μ της Ε.Ε. που συνέχεια αποκτά µεγάλες διαστάσεις. Ο αριθµός των λαθροµεταναστών που εισέρχονται στην Ε.Ε. κυµαίνεται περίπου στους 500.000-700.000 ετησίως [European Commission, Press Release,10 July 2001, «Migratory flows and the European labour market» Speech by AntonioVitorino.] (ο ακριβής αριθµός είναι δύσκολο να υπολογισθεί λόγω των διαφορετικών ορισµών που δίνεται στον όρο «λαθροµετανάστης»), αφού µερικά Κ-Μ αναφέρουν µια µείωση, ενώ άλλα αναφέρουν µια αύξηση εισόδου παράνοµων µεταναστών. Το γεγονός αυτό προφανώς έχει σχέση σε µεγάλο βαθµό µε το τι είδος «µήνυµα» στέλνει κάθε Κ-Μ αναφορικά π.χ. µε την µορφή µιας σφιχτής διαδικασίας παραχώρησης ασύλου συνδυαζόµενης µε µια αυστηρή νοµοθεσία καθώς και µε εντατικοποιηµένες έρευνες για τον εντοπισµό των διακινητών και των δικτύων τους. Ωστόσο το στοιχείο της παρανοµίας των αλλοδαπών µπορεί να προέλθει από τις ακόλουθες αιτίες ( Jahn A., Straubhaar Th., 1999, pp. 18-19):
1. Οι αλλοδαποί µπορούν να εισέλθουν σε µια χώρα παράνοµα. Μπορούν να διασχίσουν τα σύνορα, είτε αποφεύγοντας τους συνοριακούς ελέγχους ( µερικές φορές µε τη βοήθεια των διακινητών και των δουλεµπόρων) ή χρησιµοποιώντας πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα.
2. Οι αλλοδαποί µπορεί να έχουν εισέλθει στη χώρα νόµιµα αλλά παραµένουν παράνοµα. Είτε γιατί έχουν εισέλθει µε τουριστική visa αλλά δεν φεύγουν και παραµένουν για χρονικό διάστηµα που δεν προβλέπεται από τη visa που τους έχει χορηγηθεί, ή έχουν εισέλθει ως αιτούντες άσυλο αλλά παραµένουν στη χώρα ακόµα και εάν η αίτησή τους έχει απορριφθεί.
3. Οι αλλοδαποί ενδεχόµενα να έχουν εισέλθει νόµιµα, µπορεί να διαβιούν κάτω από κανονικές συνθήκες αλλά θα µπορούσαν να απολέσουν το νοµικό τους status σαν συνέπεια διοικητικών ή πολιτικών µεταβολών στη χορήγηση της άδειας παραµονής.
4. Οι αλλοδαποί θα µπορούσαν να έχουν εισέλθει νόµιµα, παραµένουν νόµιµα, αλλά ενδεχοµένως µπορεί να απασχολούνται παράνοµα. Η παράνοµη εργασία δεν αφορά µόνο τους αλλοδαπούς. Οµοίως, πολίτες της χώρας δραστηριοποιούνται στην παραοικονοµία και εργάζονται παράνοµα χωρίς να έχουν δηλώσει κάτι τέτοιο µε σκοπό να αποφύγουν τη φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές. Σ’ αυτήν την περίπτωση, το ζήτηµα της λαθροµετανάστευσης συνδυάζεται µε την ύπαρξη της παραοικονοµίας γενικότερα.

1.1. Χώρες Προέλευσης των λαθροµεταναστών

Οι κύριες χώρες προέλευσης παράνοµων µεταναστών, ενδιαφέροντος των Κ-Μ της Ε.Ε. είναι:
− Το Ιράκ, Ιράν, Συρία και Τουρκία (λαθροµετανάστες Κουρδικής προέλευσης)
− Αφγανιστάν,
− Κίνα,
− Βαλκανικές χώρες,
Ασφαλώς υπάρχουν µερικές διαφοροποιήσεις (όσον αφορά στις χώρες προέλευσης) από ένα Κ-Μ σε άλλο, αλλά γενικά σ’ αυτά υπάρχουν λαθροµετανάστες από µερικές χώρες της Αφρικής, της Ασίας, της πρώην Ε.Σ.Σ.Δ., της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης.
Παραδοσιακοί παράγοντες πίεσης όπως εν εξελίξει συγκρούσεις ή πολιτικές διώξεις και η σχετική ευηµερία στην Ε.Ε., δίνουν κατά ένα πολύ µεγάλο µέρος την εξήγηση για την ύπαρξη των ροών των παράνοµων µεταναστών, συµπεριλαµβανοµένων και της παρουσίας οµοεθνών τους και ευκαιριών εργασίας στα Κράτη Μέλη της Ε.Ε.
Στην Ισπανία και την Πορτογαλία, ο παράγοντας γλώσσα διευκολύνει την έλευση πολλών λαθροµεταναστών από τη Νότια Αµερική. Για πολλούς λαθροµετανάστες, ειδικότερα για αυτούς που προέρχονται από τη Νότια Ασία, ο τελικός προορισµός είναι το Ηνωµένο Βασίλειο.
Όσο σηµαντικοί είναι οι δρόµοι που ακολουθούν οι παράνοµοι µετανάστες, άλλο τόσο σηµαντικά είναι τα σηµεία συγκέντρωσης αυτών. Η Μόσχα (όπου εκτιµάται ότι κάθε φορά περισσότεροι από 300.000 παράνοµοι αλλοδαποί από τις πρώην Σοβιετικές Δηµοκρατίες, ακόµη και από την Αφρική, περιµένουν προκειµένου να διακινηθούν παράνοµα στην Ε.Ε.[European Union's New Eastern Border. Washington University, Department of Political Science.]), το Κίεβο, η Πράγα, η Βουδαπέστη, το Σεράγεβο, το Βελιγράδι, η Κωνσταντινούπολη και όλη η περιοχή του Maghreb είναι µεταξύ των πλέον σηµαντικών σηµείων συγκέντρωσης.

1.2 Δρόµοι που ακολουθούν οι παράνοµοι µετανάστες.

Οι γεωγραφικές σχέσεις µεταξύ των χωρών προέλευσης των λαθροµεταναστών και των χωρών προορισµού αυτών καθώς και τα υπάρχοντα µεταφορικά συστήµατα, ασφαλώς καθορίζουν σε µεγάλο βαθµό και τους δρόµους που ακολουθούν οι παράνοµοι µετανάστες. Οι δρόµοι αυτοί είναι σχεδόν οι ίδιοι µε αυτούς που χρησιµοποιούνται για τη διακίνηση των ναρκωτικών προς την Ε.Ε. 3 European Union's New Eastern Border. Washington University, Department of Political Science.
Ένας βόρειος δρόµος διέρχεται από τη Ρωσία και µέσω των Βαλτικών Κρατών καταλήγει στην Σκανδιναβία ή στη Γερµανία. Ένας άλλος βόρειος δρόµος διέρχεται µέσω Ρωσίας, Ουκρανίας, Πολωνίας ή της Τσεχίας και καταλήγει είτε στη Γερµανία, είτε στην Αυστρία. Ο παραδοσιακός «Βαλκανικός δρόµος», οδηγεί µέσω Βοσνίας Ερζεγοβίνης ή Αλβανίας στην Ιταλία ή την Ελλάδα. Από την Τουρκία και τη Μέση Ανατολή, σκάφη που βρίσκονται σε κακή κατάσταση στα οποία στοιβάζονται µετανάστες κατευθύνονται προς τις Ελληνικές, Γαλλικές και Ιταλικές ακτές, ενώ άλλα µικρότερα σκάφη προσπαθούν να φτάσουν την Ισπανία προερχόµενα από το Μαρόκο.
Δύο από τις πλέον χρησιµοποιούµενες χώρες διέλευσης, πριν την άφιξη στα εξωτερικά σύνορα της Ε.Ε., είναι η Ρωσία (Μόσχα) και η Τουρκία (Κωνσταντινούπολη), που χρησιµοποιούνται είτε ως σηµεία συγκέντρωσης (όπως έχει προαναφερθεί) πριν το τελικό ταξίδι στη Δυτική Ευρώπη, είτε ως σηµεία αναχώρησης. Επιπρόσθετα, τα Βαλκάνια (Σεράγεβο και Βελιγράδι) ακόµα θεωρούνται ως ευρέως χρησιµοποιούµενη περιοχή διέλευσης προς την Ε.Ε., όπως επίσης και η Βόρεια Αφρική και ειδικότερα η περιοχή Ceuta στο Μαρόκο. Ακόµα ένας δρόµος που αποκτά µια αυξανόµενη σηµασία στη διακίνηση των παράνοµων µεταναστών προς τις χώρες της Ε.Ε. είναι αυτός που θα µπορούσε να ονοµασθεί δρόµος των Δυτικών Ακτών της Αφρικής στον Ατλαντικό Ωκεανό. Ο συγκεκριµένος δρόµος µπορεί να διακριθεί σε δύο επί µέρους δρόµους:
α) Ο ένας δρόµος χρησιµοποιείται από λαθροµετανάστες που συγκεντρώνονται κατ’ αρχήν σε λιµάνια της Νιγηρίας, Κάµπια, Γκάνα και Σενεγάλης και στην συνέχεια κατευθύνονται ως λαθρεπιβάτες σε φορτηγά πλοία, προς την Ευρώπη.
β) Ο δεύτερος δρόµος χρησιµοποιείται από λαθροµετανάστες που προέρχονται από τις Υπο-Σαχάριες χώρες και έχουν προορισµό τις Κανάριες Νήσους. Στην περίπτωση αυτή χρησιµοποιούνται µικρότερα σκάφη.
Εν κατακλείδι, υπάρχουν έξι κύριοι δρόµοι, που τυγχάνουν ιδιαίτερης προσοχής:
− Ο Βαλκανικός δρόµος,
− Ο δρόµος της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης,
− Ο δρόµος της Βορείου Αφρικής,
− Ο δρόµος της Ανατολικής Μεσογείου,
− Ο δρόµος των Δυτικών Ακτών της Αφρικής στον Ατλαντικό Ωκεανό (που µπορεί να διακριθεί σε δύο επί µέρους δρόµους) και
− Ο δρόµος της Βαλτικής.
Επιπρόσθετα µε τα παραπάνω, οι αεροπορικοί δρόµοι που ακολουθούν οι λαθροµετανάστες προκειµένου να προσεγγίσουν τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, αποκτούν ιδιαίτερη σηµασία αφού έχει διαπιστωθεί ότι διεθνή αεροδρόµια της Ευρώπης είναι µερικά από τα κύρια σηµεία (hubs) για την είσοδο αυτών. Οι κύριοι αεροπορικοί δρόµοι της λαθροµετανάστευσης προς την Ε.Ε. είναι οι παρακάτω:
α. Εκουαδόρ - Άµστερνταµ
β. Σάο Πάολο, Ρίο ντε Τζανέϊρο - Λισσαβόνα
γ. Γιοχάνεσµπουργκ - Δουβλίνο
δ. Λάγος (Νιγηρία) - Άµστερνταµ
ε. Λάγος - Λονδίνο
ζ. Χαράρε (Ζιµπάµπουε) - Λάγος
στ. Λουάντα (Αγκόλα) - Λισσαβόνα
η. Λάγος - Ρώµη, Μιλάνο
θ. Σαγκάη, Χονγκ Κονγκ - Άµστερνταµ
ι. Καζαµπλάνκα - Παρίσι
κ. Κωνσταντινούπολη- Μόσχα - Άµστερνταµ
λ. Μπανγκόκ - Σιγκαπούρη - Γιοχάνεσµπουργκ - Κουρακάο - Άµστερνταµ.

1.3 Πολιτικές πρωτοβουλίες στα πλαίσια της Ε.Ε. για την καταπολέµηση της διακίνησης λαθροµεταναστών

Η παράνοµη διακίνηση λαθροµεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και οι οικονοµικές, κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες αυτού του φαινοµένου, έχουν ξεπεράσει τώρα αυτές της παράνοµης διακίνησης ναρκωτικών και αποτελεί ίσως το πλέον σοβαρό πρόβληµα που αντιµετωπίζει η Ε.Ε. [ΕU Official Journal (2002/C 142/02), Proposal for a comprehensive plan to combat illegal immigration and trafficking of human beings in the European Union.] To πρόβληµα αυτό επιδεινώνεται τόσο ποσοτικά όσο και ποιοτικά από την αυξανόµενη εµπλοκή οµάδων οργανωµένου εγκλήµατος και αυτός είναι ο λόγος που η παράνοµη µετανάστευση και η σχέση της µε το οργανωµένο έγκληµα αποτελεί προτεραιότητα για την Ε.Ε. Άλλωστε µια σειρά πρωτοβουλιών που έχουν λάβει χώρα στα πλαίσια αυτής, αναδεικνύουν την σπουδαιότητα του εν λόγω ζητήµατος που χρήζει µια ολιστική αντιµετώπιση.
Πιο συγκεκριµένα έχουν αναληφθεί οι παρακάτω πολιτικές πρωτοβουλίες:
- Την 21.11.01, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έκανε γνωστό ένα σχέδιο αντιµετώπισης της λαθροµετανάστευσης στην Ε.Ε., το οποίο προβλέπει την σύσταση Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Φύλαξης Συνόρων, ένα Ευρωπαϊκό σύστηµα για τις θεωρήσεις εισόδων (Visa) και µια Ευρωπαϊκή πολιτική επαναπροώθησης των λαθροµεταναστών. Το συγκεκριµένο σχέδιο κατ’ αρχήν εγκρίθηκε από το Συµβούλιο Υπουργών Εσωτερικών και Δικαιοσύνης την 28.02.02. Ωστόσο οι συζητήσεις σχετικά µε τις λεπτοµέρειες του σχεδίου συνεχίζονται.
- Την 28.02.02, το Συµβούλιο της Ευρώπης ενέκρινε επίσης την εφαρµογή του συστήµατος EURODAC [Ευρωπαϊκό Σύστηµα Δακτυλικών Αποτυπωµάτων. Τράπεζα δεδοµένων δακτυλικών αποτυπωµάτων όλων των αιτούντωνάσυλο στην Ε.Ε. Θεσπίστηκε µε τον Κανονισµό (ΕΚ) 2725/2000 του Συµβουλίου της 11.12.2000 µε σκοπό την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωµάτων των αιτούντων άσυλο για την αποτελεσµατική εφαρµογή της Σύµβασης τουΔουβλίνου, η οποία κυρώθηκε από το Ελληνικό Κοινοβούλιο το 1997] για τα άτοµα που ζητούν πολιτικό άσυλο στην Ε.Ε., µε αντικειµενικό στόχο την αποθάρρυνση της λεγοµένης «αγοράς ασύλου» (asylum shopping), όπου άνθρωποι διασχίζουν τα σύνορα ψάχνοντας για εξεύρεση ασύλου µε τις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Με τη χρήση του συγκεκριµένου συστήµατος τα Κράτη- Μέλη θα είναι ικανά άµεσα µέσω ηλεκτρονικής βάσης δεδοµένων, να γνωρίζουν εάν παρόµοιο αίτηµα παροχής ασύλου έχει γίνει ήδη και σε άλλο κράτος της Ε.Ε. Από την 15.01.2003 τα δακτυλικά αποτυπώµατα οιονδήποτε που αιτείται τη χορήγηση ασύλου στην Ε.Ε., Νορβηγία και Ισλανδία καταχωρούνται στην προαναφερόµενη βάση δεδοµένων.
- Την 08.04.02, η Ισπανική Προεδρία, ο Επίτροπος αρµόδιος για τις Εσωτερικές Υποθέσεις, οι Υπουργοί Εσωτερικών των Κ-Μ και οι υπουργοί των Κρατών ASEM [Asia . Europe Meetings, Συναντήσεις Ασίας .Ευρώπης. «Φόρουµ» για το διάλογο και συνεργασία στον πολιτικό,οικονοµικό και πολιτιστικό τοµέα µεταξύ των µελών της Ε.Ε. και δέκα κρατών της Ασίας (Μπρούνεϊ, Κίνα, Ινδονησία, Ιαπωνία, Κορέα, Μαλαισία, Φιλιππίνες, Ταϊλάνδη, Σιγκαπούρη και Βιετνάµ). Συµµετέχει επίσης και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή], προέβησαν σε κοινή δήλωση σχετικά µε τον τρόπο ελέγχου των µεταναστευτικών ροών µεταξύ των δύο ηπείρων και πως θα καταπολεµηθεί η παράνοµη διακίνηση µεταναστών.
- Την 25.04.02, το Συµβούλιο συµφώνησε να εγγυηθεί το ίδιο επίπεδο διαβίωσης σε όλα τα Κράτη - Μέλη, σαν ένα βήµα προς την καθιέρωση ενός κοινού συστήµατος µετανάστευσης και παροχής ασύλου µέχρι το 2004. Η συµφωνία εγγυάται ένα βασικό δίκτυο ασφάλειας στους αιτούντες πολιτικό άσυλο, συµπεριλαµβανοµένης της πρόσβασης σε εκπαίδευση, ιατροφαρµακευτική περίθαλψη και κατοικία. Ωστόσο η συµφωνία αυτή δίνει περιθώρια στα Κράτη - Μέλη όσον αφορά στην εφαρµογή σε ορισµένα θέµατα. Για παράδειγµα αυτά θα µπορούν να απαγορεύουν την εργασία σε µετανάστες για χρονικό διάστηµα ως και ένα έτος από την υποβολή αίτησης χορήγησης ασύλου. Γενικά αυτή η συµφωνία θεωρείται σαν ένα σηµαντικό βήµα στην αποτροπή του προαναφεροµένου φαινοµένου της «αγοράς ασύλου» (asylum shopping).
- Την 25.04.02, το Συµβούλιο ενέκρινε επίσης την εφαρµογή του προγράµµατος ΑRGO, που αναφέρεται σε διοικητική συνεργασία στον τοµέα των εξωτερικών συνόρων, των θεωρήσεων εισόδου, στην παροχή ασύλου και στη µετανάστευση.
- Επιπλέον την 25.04.02, το Συµβούλιο υιοθέτησε συµπερσµατα σχετικά µε τη διακίνηση λαθροµεταναστών µέσω θαλασσίων οδών, στα οποία ανακοίνωσε την πρόθεσή του να αντιδράσει µε µέτρα που θα µπορούσαν να ληφθούν όσον αφορά σε χώρες που είναι απρόθυµες να συνεργασθούν.
- Την 30.05.02, οι Υπουργοί Εσωτερικών της Ευρώπης συµφώνησαν στη δηµιουργία µιας Οµάδας Ειδικών Καθηκόντων (Task Force), προκειµένου να συγκρατηθεί το κύµα των λαθροµεταναστών που εισέρχονται µέσω των πλέον πολυσύχναστων λιµένων και αεροδροµίων. Η πρωτοβουλία αυτή αποτελεί µέρος ενός ευρύτερου σχεδίου πέντε Ευρωπαϊκών κρατών τα οποία αναζητούν τρόπους για τη δηµιουργία µιας Κοινής Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Φύλαξης των Συνόρων.
- Στην Σύνοδο Κορυφής της Σεβίλλης τον Ιούνιο του 2002, οι ηγέτες της Ε.Ε. συµφώνησαν στη θέσπιση νέων κανόνων που ενθαρρύνουν την επιβολή αυξηµένων ποινών στους διακινητές λαθροµεταναστών, την αναθεώρηση των προϋποθέσεων για τη χορήγηση θεωρήσεων εισόδων (visa), στην χωρίς χρονοτριβές υιοθέτηση πολιτικής για την επιτάχυνση του επαναπατρισµού για εκείνα τα άτοµα που δεν πληρούν τις κατάλληλες προϋποθέσεις και την επιτάχυνση της υιοθέτησης κοινών κανόνων για τον χειρισµό των υποθέσεων που αφορούν σε αιτήµατα για την παροχή ασύλου.
- Toν Ιούνιο του 2003, η Επιτροπή υιοθέτησε µια επικοινωνία υπό το πρίσµα του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου στη Θεσσαλονίκη, σχετικά µε την ανάπτυξη µιας κοινής πολιτικής όσον αφορά στη λαθροµετανάστευση, στην εµπορία ανθρώπων, στα εξωτερικά σύνορα και στην επαναπροώθηση των παράνοµων µεταναστών.
- Την 30.06.04 η Ιταλική προεδρία πρότεινε ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να ιδρύσει µια Υπηρεσία για την προστασία των ακτών της Ισπανίας, Ιταλίας και της Ελλάδας από την είσοδο λαθροµεταναστών και τη βελτίωση του επιπέδου ελέγχου των συνόρων. Η Ιταλία επίσης κατέθεσε ένα σχέδιο πλαισίου απόφασης σχετικά µε την καταπολέµηση της παράνοµης διακίνησης λαθροµεταναστών µέσω θαλάσσης.
- Την 29.10.2003 σε συνεδρίαση των αρµοδίων οργάνων της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες, η κοινή Ελληνο-Ισπανική πρόταση για δηµιουργία δύο Ευρωπαϊκών Κέντρων Θαλασσίων Συνόρων έγινε αποδεκτή από το σύνολο των Κ-Μ της Ε.Ε. Έτσι δηµιουργούνται δύο τέτοια κέντρα, το ένα υπεύθυνο για το χώρο της Νοτιοανατολικής Μεσογείου µε έδρα στην Ελλάδα και το δεύτερο µε χώρο ευθύνης τη Δυτική Μεσόγειο συµπεριλαµβανοµένων και των εναποµεινάντων θαλασσίων συνόρων της Ε.Ε., µε έδρα στην Ισπανία.
- Το Δεκέµβριο του 2003, το Συµβούλιο των Υπουργών Δικαιοσύνης και Εσωτερικών της Ε.Ε. εξέτασε ένα προσχέδιο απόφασης σύµφωνα µε την οποία επεκτείνεται η δυνατότητα στα προξενικά γραφεία των Κ-Μ στις χώρες εκτός Ε.Ε., να εκδίδουν θεωρήσεις εισόδου για λογαριασµό άλλων Κρατών - Μελών. Αυτό που ισχύει τώρα είναι ότι τέτοιες εκδόσεις θεωρήσεων εισόδων γίνονται µόνον εάν ένα Κ-Μ δεν διατηρεί προξενική αρχή στη χώρα ή εάν έχει µεν προξενική αρχή αλλά η έδρα της βρίσκεται µακριά από την περιοχή όπου κατοικεί ο αιτών την παροχή της θεώρησης εισόδου. [Factiva Dow Jones & Reuters, JUSTICE AND HOME AFFAIRS: Council Considers Move to Allow Consuls to Issue Visasfor Each Other, 13.12.03.]

Επιπλέον επισηµαίνεται ότι από την 28.01.04 τέθηκε σε ισχύ το Πρωτόκολλο εναντίον της Διακίνησης Λαθροµεταναστών µέσω Ξηράς, Αέρα και Θάλασσας, που αποτελεί προσάρτηµα στην Σύµβαση των Ηνωµένων Εθνών εναντίον του Διεθνικού Οργανωµένου Εγκλήµατος.[ UN Resolution A/RES/55/25, 15.11.2000, γνωστή και σαν Σύµβαση του Παλέρµο] Με την ισχύ του προαναφερόµενου πρωτοκόλλου, η διεθνής κοινότητα θα διαθέτει ένα κοινό πεδίο αναφοράς για να υιοθετήσει µια εναρµονισµένη νοµοθεσία σχετικά µε την καταπολέµηση της διακίνησης λαθροµεταναστών. Επιπλέον τα υπογράφοντα το Πρωτόκολλο µέρη, θα υποχρεωθούν να εφαρµόζουν τους όρους του και να υιοθετήσουν εθνικά νοµοθετικά µέτρα, ανοικτούς διαύλους για την ανταλλαγή πληροφοριών καθώς και να προωθήσουν τη διεθνή συνεργασία των Υπηρεσιών Επιβολής του Νόµου στη δίωξη του εγκλήµατος της διακίνησης των παράνοµων µεταναστών. Οι προσπάθειες για την αντιµετώπιση της παράνοµης διακίνησης µέσω της θαλάσσης θα ενισχύσει ιδιαίτερα τις διωκτικές Αρχές όσον αφορά στο δικαίωµά τους να ακινητοποιούν, να επιβιβάζονται και να ερευνούν πλοία που είναι ύποπτα διακίνησης λαθροµεταναστών, έπειτα από εξουσιοδότηση που θα παρέχεται από το Κράτος την σηµαία του οποίου φέρει το εν λόγω σκάφος. Με αυτόν τον τρόπο θα υπάρχει υπερκέραση των περιορισµών σε παρεµβάσεις που λαµβάνουν χώρα σε διεθνή ύδατα.

2. ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΛΑΘΡΟΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΩΜΕΝΟ ΕΓΚΛΗΜΑ

2.1 Η έννοια του Οργανωµένου Εγκλήµατος

O όρος «οργανωµένο έγκληµα» έχει χρησιµοποιηθεί µε διάφορες έννοιες από ερευνητές και εισαγγελικούς λειτουργούς σε διαφορετικές χώρες. Μερικοί συγγραφείς χρησιµοποιούν αυτόν τον όρο προκειµένου να ορίσουν ένα σύνολο σχέσεων µεταξύ παράνοµων οργανώσεων, ενώ άλλοι τον χρησιµοποιούν προκειµένου να καταδείξουν ένα σύνολο από παράνοµες δραστηριότητες που γίνονται από ένα δεδοµένο αριθµό µεσαζόντων ή µεσολαβητών. Για παράδειγµα, ο ορισµός που χρησιµοποιήθηκε από την Οµάδα Ειδικών Καθηκόντων για το Οργανωµένο έγκληµα της Επιτροπής του Προέδρου των ΗΠΑ του 1967, ήταν ο ακόλουθος:
«Ο πυρήνας της δραστηριότητας του οργανωµένου εγκλήµατος είναι η προµήθεια παράνοµων αγαθών και υπηρεσιών - χαρτοπαιξία, απάτη περί τα δάνεια, ναρκωτικά και άλλες µορφές φαυλότητας - σε πολύ µεγάλο αριθµό πολιτών πελατών» Fiorentini G., Peltzman S., 1995). Ο Schelling (1971) υποστηρίζει ότι ο παραπάνω ορισµός του οργανωµένου εγκλήµατος δεν µπορεί να γίνει αποδεκτός γιατί δεν δίνει έναν κεντρικό ρόλο σε εκείνες τις δραστηριότητες που εµπλέκουν την απειλή και / ή την άσκηση βίας εναντίον άλλων νόµιµων ή παράνοµων δραστηριοτήτων.
Σύµφωνα µε τον Schelling, η διαφορά µεταξύ των συνηθισµένων εγκληµατικών δραστηριοτήτων - που µπορεί να διέπονται από υψηλό βαθµό οργάνωσης – και του «οργανωµένου εγκλήµατος» είναι ότι µόνο το τελευταίο ζητάει να εξουσιάζει και να ελέγχει την όλη οικονοµική διάρθρωση του υποκόσµου (Fiorentini G., Peltzman S., οπ. αν).
Σχετικά πρόσφατα ο Reuter (1983) δίνει έναν τρίτο ορισµό του οργανωµένου εγκλήµατος, ο οποίος ανεπιφύλακτα απορρίπτει και τις δύο προηγούµενες προσεγγίσεις: «Το Οργανωµένο έγκληµα αποτελείται από οργανισµούς που έχουν διάρκεια, ιεραρχία και εµπλοκή σε ένα πλήθος εγκληµατικών δραστηριοτήτων» (Reuter, 1983, p.175).
Στα πλαίσια της λειτουργίας της Ε.Ε και σύµφωνα µε επίσηµο έγγραφο [ENFOPOL 35 Rev 2, 21.04.1997] του Συµβουλίου, θα πρέπει να υπάρχουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά για να προσδιορίζεται η έννοια του οργανωµένου εγκλήµατος:
1. Συνεργασία περισσότερων ατόµων από δύο.
2. Σε κάθε άτοµο έχει ανατεθεί µια συγκεκριµένη εργασία.
3. Παρατεταµένη ή απροσδιόριστη χρονική περίοδος (αυτό το κριτήριο
αναφέρεται στη σταθερότητα και (δυνητική) διάρκεια ζωής της οµάδας).
4. Χρήση κάποιας µορφής πειθαρχίας και ελέγχου.
5. Υποψία για διάπραξη σοβαρών εγκληµατικών αδικηµάτων.
6. Δραστηριότητα σε διεθνές επίπεδο.
7. Χρήση βίας ή άλλων µέσων κατάλληλων για εκφοβισµό.
8. Χρήση δοµών λειτουργίας επιχειρηµατικής ή εµπορικής δραστηριότητας.
9. Ξέπλυµα χρήµατος.
10. Άσκηση επιρροής στην πολιτική, τα µέσα ενηµέρωσης, στη δηµόσια
διοίκηση, δικαστικές Αρχές ή στην οικονοµία.
11. Να υπάρχει επιδίωξη του κέρδους και / ή δύναµη.
Τουλάχιστον έξι από τα παρακάτω χαρακτηριστικά πρέπει να υπάρχουν, τέσσερα από τα οποία πρέπει να είναι το: 1, 3,5 και 11 για οποιοδήποτε έγκληµα ή εγκληµατική οµάδα ώστε να ορισθεί η δραστηριότητα ως οργανωµένο έγκληµα.
Τέλος αναφορικά µε το υφιστάµενο εθνικό δίκαιο, ο Νόµος 2928/2001 [Ν. 2928/2001: Τροποποίηση διατάξεων Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας και άλλες διατάξεις για την προστασία του πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληµατικών οργανώσεων] στο άρθρο 1, µε το οποίο αντικαθίσταται το άρθρο 187 του Ποινικού Κώδικα, προσδιορίζει την έννοια της Εγκληµατικής Οργάνωσης µέσω της επιβληθείσας ποινής και έτσι προκύπτουν κριτήρια όπως η συγκρότηση ή ένταξη σε δοµηµένη και µε διαρκή δράση οµάδα που αποτελείται από τρία ή περισσότερα πρόσωπα (οργάνωση), η οποία επιδιώκει τη διάπραξη µιας σειράς κακουργηµάτων που προβλέπονται στον Ποινικό Κώδικα.

2.2 Η Σχέση Οργανωµένου Εγκλήµατος και παράνοµης διακίνησης λαθροµεταναστών.

Εξ’ ορισµού η λαθροµετανάστευση εξαρτάται από το θεσµικό πλαίσιο που ρυθµίζει το ποιος µπορεί και το ποιος δεν µπορεί να διασχίσει τα διεθνή σύνορα. Ο συνδυασµός των αυστηρότερων συνοριακών ελέγχων και οι περιορισµοί που τίθενται στα συστήµατα µετανάστευσης αποτελούν τις νοµικές συνθήκες / νοµικούς όρους, που σε τελική ανάλυση έχουν δηµιουργήσει µια παράνοµη αγορά καθώς και τις οικονοµικές ευκαιρίες για τις εγκληµατικές οργανώσεις. Μια σηµαντική οικονοµική ή πολιτική διαφοροποίηση µεταξύ χωρών, παρέχει στις οργανώσεις που εµπλέκονται στη διακίνηση των λαθροµεταναστών έναν πληθυσµό «πελατών» που ζητά να µεταναστεύσει σε άλλη χώρα. Για παράδειγµα, όπου υπάρχει διαφορά στα εισοδηµατικά επίπεδα µεταξύ δύο οικονοµιών ή σηµαντικά επίπεδα ανεργίας σε µια χώρα, αλλά όχι στην άλλη, η «οικονοµική µετανάστευση» θα συµβεί παρά την ύπαρξη σχετικής µεταναστευτικής νοµοθεσίας που την ποινικοποιεί.
Η διακίνηση λαθροµεταναστών έχει αναχθεί σε µια αναπτυσσόµενη δραστηριότητα και µια προσοδοφόρο πηγή για τις εγκληµατικές οργανώσεις για τρεις κυρίους λόγους:
- Η αυξανόµενη ζήτηση για διεθνή µετανάστευση, ως επί το πλείστον σε χώρες προέλευσης αλλά και σε κάποια έκταση επίσης σε χώρες υποδοχής.
- Οι περιορισµοί που επιβάλλονται στη νόµιµη µετανάστευση από τις βιοµηχανικές χώρες, έχουν δηµιουργήσει τη ζήτηση για εναλλακτικές, παράνοµες λεωφόρους µετανάστευσης.
- Οι σχετικά χαµηλοί κίνδυνοι εντοπισµού, δίωξης και σύλληψης που σχετίζονται µε τη διακίνηση λαθροµεταναστών συγκρινόµενοι µε άλλες δραστηριότητες του οργανωµένου εγκλήµατος.
Για πολλούς ανθρώπους οι διακινητές αποτελούν την µοναδική διαθέσιµη δίοδο για να αποφύγουν τη δίωξη, την πενία και την ανεργία. Αποτελεί οικτρή πραγµατικότητα το γεγονός ότι οι εν δυνάµει µετανάστες πρέπει πολλές φορές να δεχτούν προσφορές από τους διακινητές, ακόµα και αν στην τιµή που πρέπει να πληρώσουν για την προσφορά των «υπηρεσιών» τους, περιλαµβάνεται ένα µακροχρόνιο χρέος, η ελευθερία τους ή ακόµα και η ζωή τους. [Χαρακτηριστική περίπτωση που συγκλόνισε την παγκόσµια κοινή γνώµη, ήταν ο θάνατος 58 Κινέζων µεταναστών που βρέθηκαν νεκροί από ασφυξία µέσα σε κοντέϊνερ στο λιµάνι Dover της Μεγάλης Βρετανίας το 2000]
Oι εγκληµατικές οργανώσεις γνωρίζουν να εκµεταλλεύονται τις οικονοµικές ευκαιρίες των παράνοµων αγορών σε παγκόσµιο επίπεδο. Τα κενά καθώς και οι αντιφάσεις που παρουσιάζονται στη νοµοθεσία σε µερικές περιοχές του κόσµου αποτελούν κύριους παράγοντες που κάνουν την «επιχείρηση» της διακίνησης λαθροµεταναστών µια σχετικά χαµηλού κινδύνου δραστηριότητα όπως αναφέρθηκε προηγούµενα.

2.2.1 Η έννοια της επιχείρησης διακίνησης παράνοµων µεταναστών

Η «επιχείρηση» διακίνησης παράνοµων µεταναστών

• Η διάρθρωση και η διοίκηση αποτελούν τις εσωτερικές λειτουργίες για τον έλεγχο και τη διαχείριση της επιχείρησης καθώς και για τον σχεδιασµό και την οργάνωση της όλης δραστηριότητάς της. Σε κάθε οργανισµό πολύπλοκα οργανωτικά σχήµατα εξασφαλίζουν ότι η επιχείρηση - είτε νόµιµη ή παράνοµη- λειτουργεί σύµφωνα µε τους στόχους και τους σκοπούς που έχουν τεθεί και ότι επιτυγχάνει τη µέγιστη σταθερότητα, κερδοφορία και ανάπτυξη. Αναφορικά µε ζητήµατα που αφορούν στη διοίκηση, το µέγεθος και τη διάρθρωση των εγκληµατικών οργανώσεων η διεθνής βιβλιογραφία για το οργανωµένο έγκληµα αναφέρει ότι το τελευταίο είτε υιοθετεί το «µοντέλο λειτουργίας της επιχείρησης», ή ότι µπορεί να ερµηνευθεί µέσα από ένα «µοντέλο δικτύου» ( Schloenhardt A., 1999, p.13).
Περαιτέρω, οι ερασιτέχνες διακινητές λαθροµεταναστών, οι µικρές οµάδες οργανωµένου εγκλήµατος και τα διεθνή δίκτυα διακίνησης λαθροµεταναστών, αποτελούν λειτουργικές συνιστώσες της διάρθρωσης και της διοίκησης. Ειδικότερα η κατηγορία των ερασιτεχνών διακινητών λαθροµεταναστών αναφέρεται σ’ αυτούς που «παρέχουν µια απλή υπηρεσία» στους µετανάστες, όπως για παράδειγµα µεταφορά προκειµένου να διασχίσουν τα σύνορα αυτοί. Μερικοί από τους διακινητές αυτής της κατηγορίας είναι περιστασιακοί διακινητές που χρησιµοποιούν δικά τους µέσα µεταφοράς. Ακόµα επισηµαίνεται ότι πολλούς από αυτούς τους διακινητές τους ανακαλύπτουν µεγάλες οµάδες που διακινούν λαθροµετανάστες σε διεθνές επίπεδο, προκειµένου να εργαστούν για αυτούς (Ghosh, 1998, p.23, Savona et al, 1998, p.73).
Οι µικρές οµάδες οργανωµένου εγκλήµατος συνήθως ειδικεύονται στο να οδηγούν τους λαθροµετανάστες από µια χώρα στην άλλη, χρησιµοποιώντας δρόµους που είναι ευρέως γνωστοί. Αυτές οι οµάδες διαθέτουν ένα υψηλότερο επίπεδο εξειδίκευσης και δοµής από ό,τι διαθέτουν οι ερασιτέχνες διακινητές και δραστηριοποιούνται σε µια περισσότερο µόνιµη βάση, αλλά η διάρθρωσή τους και η οργάνωσή τους είναι λιγότεροεπαγγελµατική και σύνθετη από τις αντίστοιχες των διεθνών δικτύων διακίνησης λαθροµεταναστών.
Η κατηγορία των διεθνών δικτύων διακίνησης λαθροµεταναστών, περιλαµβάνει µεγάλες εγκληµατικές οργανώσεις που έχουν την ικανότητα να διενεργούν την όλη διαδικασία της διακίνησης των λαθροµεταναστών, που περιλαµβάνει την παράνοµη είσοδο στη χώρα, την παροχή πλαστών ταξιδιωτικών εγγράφων, την παροχή καταλυµάτων στα σηµεία διέλευσης κ.α.
• Η διοίκηση των µελών της οργάνωσης. Εδώ µπορούµε να διακρίνουµε δύο ειδών διαφοροποιήσεις σ’ ό,τι αφορά στα ζητήµατα του ανθρώπινου δυναµικού που εµπλέκεται σ’ αυτές τις δραστηριότητες. Πρώτον τη κάθετη διαφοροποίηση και δεύτερον την οριζόντια διαφοροποίηση. Η πρώτη (κάθετη) διαφοροποίηση αναφέρεται στην εφαρµογή διαφορετικών επιπέδων δραστηριοποίησης των ατόµων που εµπλέκονται στην όλη επιχείρηση διακίνησης των µεταναστών προκειµένου να εξασφαλίζεται η εχεµύθεια και να τηρούνται στεγανά έτσι ώστε να γίνεται πολύ δύσκολος ή αδύνατος ο εντοπισµός από τις διωκτικές αρχές. [Βλ. επίσης για το ίδιο θέµα: Reuter P. Disorganized Crime ( MIT Press, Cambridge (MA), 1983) pp. 115-116, & The Organization of Illegal Markets: An Economic Analysis (US National Institute of Justice, Washington (DC), 1985) pp 9-10] Από την άλλη πλευρά η οριζόντια διαφοροποίηση σχετίζεται µε τον καταµερισµό εργασίας. Το γεγονός αυτό έχει µεγάλη σηµασία για µια εγκληµατική οργάνωση που εµπλέκεται στη διακίνηση των λαθροµεταναστών αφού ο διαχωρισµός των εργασιών και η πλήρωση των λειτουργικών θέσεων µε προσοντούχα άτοµα, την προστατεύει σαν σύνολο, διότι στην περίπτωση που υπάρξει έρευνα από διωκτική αρχή, µόνον µικρές οµάδες της οργάνωσης εκτίθενται.
Ο καταµερισµός εργασίας εντός µιας οργάνωσης που δραστηριοποιείται στην παράνοµη διακίνηση µεταναστών µπορεί να κατηγοριοποιηθεί ως εξής (Chin Cf., 1998, p.139, Reuter P. 1985 p 8, Shcloenhardt A., 1999, pp 11-13) :Στην κορυφή της οργάνωσης υπάρχει η κατηγορία των «επενδυτών / ρυθµιστών», που είναι άτοµα µεγάλων ικανοτήτων, επενδύουν χρήµατα σε δραστηριότητες διακίνησης µεταναστών και εποπτεύουν όλη την οργάνωση και τις δραστηριότητές της. Τα πρόσωπα αυτής της κατηγορίας σπάνια αν όχι ποτέ, είναι γνωστά στα χαµηλότερα επίπεδα των µελών της οργάνωσης καθώς και στους λαθροµετανάστες που διακινούνται.
Ακολουθεί η κατηγορία των «στρατολόγων». Τα άτοµα της κατηγορίας αυτής εργάζονται σαν µεσολαβητές µεταξύ των επενδυτών/ ρυθµιστών και των πελατών της οργάνωσης διακίνησης των λαθροµεταναστών. Είναι υπεύθυνοι για την εξεύρεση και την κινητοποίηση των εν δυνάµει µεταναστών στην χώρα προέλευσης αυτών, συγκεντρώνει τις πληρωµές στα σηµεία διέλευσης αυτών και στις χώρες προορισµού. Οι διάφορες έρευνες έχουν δείξει ότι στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτά τα άτοµα προέρχονται από την ίδια περιοχή που προέρχονται οι λαθροµετανάστες και έχουν την ίδια πολιτιστική ταυτότητα µε αυτούς.
«Οι µεταφορείς», αποτελούν µια άλλη κατηγορία. Αποτελείται από άτοµα που είναι εντεταλµένα να βοηθούν τους µετανάστες να εγκαταλείπουν τις χώρες τους. Στις χώρες προορισµού µεταφέρουν τους λαθροµετανάστες χωρίς τα απαραίτητα έγγραφα, από αεροδρόµια, λιµάνια, ακτές σε ένα µεγάλο αστικό κέντρο. Οι µεταφορείς συνήθως δεν κατέχουν εσωτερική πληροφόρηση για τη διάρθρωση και τη λειτουργία της εγκληµατικής οργάνωσης. Βρίσκονται σε επαφή µε την τελευταία µέσω ενδιάµεσων ατόµων τα οποία τους προσλαµβάνουν περιστασιακά.
Μια άλλη κατηγορία είναι αυτή των «διαφθορέων των κρατικών λειτουργών και οι προστάτες». Η απόκτηση ταξιδιωτικών εγγράφων για τους λαθροµετανάστες καθώς και η διευκόλυνση στη διέλευση των συνοριακών σηµείων, συνεπάγεται την από πλευράς των διακινητών δωροδοκία κρατικών λειτουργών σε Υπηρεσίες Μετανάστευσης και σε Υπηρεσίες Επιβολής του Νόµου. Από την άλλη πλευρά οι προστάτες ατοµικά ή συλλογικά προστατεύουν την εγκληµατική οργάνωση µέσω κατάχρησης της εξουσίας τους, της θέσης τους, των προνοµίων ή µέσω παράβασης του νόµου. Σε µερικές χώρες προέλευσης των µεταναστών, η διαφθορά χαµηλόµισθων κρατικών λειτουργών φαίνεται ότι είναι ο µόνος τρόπος για να αποκτηθούν γνήσια ή πλαστά ταξιδιωτικά έγγραφα.
«Πληροφοριοδότες». Για τις δραστηριότητες διακίνησης των λαθροµεταναστών είναι αναγκαίο να υπάρχει ένα σύστηµα συλλογής πληροφοριών σχετικά µε την επιτήρηση των συνόρων, τις διαδικασίες µετανάστευσης και τους συναφείς κανονισµούς, το σύστηµα παροχής ασύλου, τις δραστηριότητες των διωκτικών αρχών κ.α. Σε µερικές περιπτώσεις έχει βρεθεί ότι η συλλογή πληροφοριών στηρίζεται σε ένα πυρήνα πληροφοριοδοτών που χειρίζεται τη ροή των πληροφοριών και έχουν πρόσβαση σε καλά οργανωµένα και κεντρικά συστήµατα πληροφοριών, µέσω πολύπλοκης τεχνολογίας.
Η κατηγορία των «οδηγών και των µελών πληρώµατος», περιλαµβάνει άτοµα που είναι υπεύθυνα για την κίνηση των λαθροµεταναστών από ένα σηµείο σε ένα άλλο ή για να βοηθούν τους µετανάστες να εισέλθουν σε µια άλλη χώρα µέσω θαλάσσης ή αεροπορικώς. Τα µέλη πληρώµατος είναι άτοµα που είναι εντεταλµένα να ναυλώνουν σκάφη και να συνοδεύουν τους λαθροµετανάστες στο παράνοµο ταξίδι.
Άλλες κατηγορίες είναι: Άτοµα που συνήθως είναι λαθροµετανάστες και πρωταρχικά είναι υπεύθυνα για την «αστυνόµευση» των υπόλοιπων λαθροµεταναστών και την τήρηση της τάξης, συχνά µε τη χρήση βίας.
Αυτοί που συγκεντρώνουν τα χρήµατα που καταβάλλουν οι λαθροµετανάστες για τη µεταφορά τους, στα σηµεία απ’ όπου θα ξεκινήσει η µεταφορά ή στις χώρες προορισµού. Ακόµη υπάρχει η κατηγορία αυτών που «ξεπλένουν χρήµα». Οι συγκεκριµένοι εξευρίσκουν τρόπους νοµιµοποίησης των εσόδων από την παράνοµη δραστηριότητα. Είναι ειδικοί στο ξέπλυµα των παράνοµων εσόδων, αποκρύπτοντας την πηγή τους µέσω µιας σειράς συναλλαγών ή επενδύοντας αυτά σε νόµιµες δραστηριότητες.
• Παγκοσµιοποίηση. Η διαφορά µεταξύ εθνικού και διεθνικού οργανωµένου
εγκλήµατος έγκειται στο γεγονός ότι το πρώτο παραβαίνει τον Ποινικό Νόµο µιας χώρας ενώ το δεύτερο στρέφεται εναντίον της νοµοθεσίας περισσοτέρων από µιας χώρας. Οι οργανώσεις διακίνησης λαθροµεταναστών συστηµατικά εκµεταλλεύονται τις αντιφάσεις που υπάρχουν µεταξύ διαφορετικών νοµοθετικών συστηµάτων. Σε σχετικά σύντοµο χρονικό διάστηµα το σύστηµα πληροφόρησης αυτών των οργανώσεων, ανακαλύπτεικενά στη δράση των διωκτικών αρχών, του συνοριακού ελέγχου και της νοµοθεσίας σε διαφορετικές χώρες. Αυτό το γεγονός δίνει τη δυνατότητα στους διακινητές να υιοθετούν δρόµους µεταφοράς σε µια µεταβαλλόµενη διαπερατότητα των συνόρων και των συστηµάτων µετανάστευσης.
• Προσφορά. Ως γνωστόν η προώθηση των προσφεροµένων υπηρεσιών αποτελεί ένα ουσιώδες στοιχείο στις νόµιµες αγορές. Το αυτό ισχύει και για τις εγκληµατικές οργανώσεις. Στο πλαίσιο λειτουργίας των τελευταίων αυτό σηµαίνει ότι οι εν δυνάµει «πελάτες» θα πρέπει να βρεθούν στις χώρες προέλευσης των λαθροµεταναστών. Ως εκ τούτου οι οργανώσεις διακίνησης των παράνοµων µεταναστών διαφηµίζουν και προωθούν τις υπηρεσίες τους µε τον ίδιο τρόπο που κάνουν και οι νόµιµες επιχειρήσεις. Οι τρόποι µε τους οποίους οι διακινητές βρίσκουν και ελκύουν άτοµα που επιθυµούν ναεγκαταλείψουν την πατρίδα τους καλύπτουν ένα ευρύ φάσµα που µπορεί να είναι διαφηµιστική καταχώρηση σε τοπικές εφηµερίδες µέχρι η διενέργεια επαφών σε ατοµική βάση (Adamoli et al., 1998, p. 14).
• Οι παράνοµες υπηρεσίες που προσφέρουν οι οργανώσεις που διακινούν τους παράνοµους µετανάστες ακολουθούν τα εξής διαδοχικά στάδια: α) προετοιµασία µεταναστών, β) αναχώρηση (αποδηµία), γ) διέλευση, δ) άφιξη στον τελικό προορισµό (µετανάστευση). Οι υπηρεσίες που περιλαµβάνουν την µεταφορά, την βοήθεια για τη διέλευση των συνόρων, η παροχή ταξιδιωτικών εγγράφων η παροχή καταλύµατος, η απασχόληση καθώς και άλλη υποστήριξη, µεταβάλλονται ανάλογα της απόστασης µεταξύ της χώρας προέλευσης και προορισµού και των περιορισµών που υφίστανται αναφορικά µε την µετανάστευση, την αποδηµία, το άσυλο και τη διέλευση.
• Δραστηριότητες µετά την µετανάστευση. Σε µερικές περιπτώσεις και προκειµένου να καταστεί αφενός µεν αδύνατη η επιστροφή των µεταναστών στις χώρες προέλευσής τους και αφετέρου δε, για να προστατευθούν οι οργανώσεις που διακινούν τους λαθροµετανάστες, όλα τα έγγραφα ταυτότητας και λοιπά ταξιδιωτικά έγγραφα που έχουν δοθεί σ΄ αυτούς προκειµένου να περάσουν τους απαραίτητους ελέγχους συνήθως κατάσχονται από τους διακινητές µετά την άφιξή τους στη χώρα προορισµού. Άλλες φορές εάν δυνατόν, τόσο τα γνήσια όσο και τα παραποιηµένα/ πλαστά έγγραφα επιστρέφονται στην παράνοµη οργάνωση και επανακυκλοφορούν µέσω αυτής για περαιτέρω χρήση ή για να πωληθούν ξανά. Η έλλειψη επαρκών εγγράφων αυτόµατα καθιστά τους λαθροµετανάστες εκτός νόµου στη χώρα που τους φιλοξενεί και κατά συνέπεια τους αφήνει εντελώς στο έλεος των διακινητών.
Ακόµα επισηµαίνεται ότι µετά την άφιξη στη χώρα προορισµού, η επαφή των λαθροµεταναστών µε την παράνοµη οργάνωση δεν σταµατά κατ’ ανάγκη. Πολλοί από τους λαθροµετανάστες οφείλουν µεγάλα χρηµατικά ποσά στους διακινητές. Συνεπώς πολλοί µετανάστες παραµένουν στην ουσία στα χέρια των διακινητών τους οι οποίοι συχνά εκµεταλλευόµενοι την αδυναµία αυτών να ξεπληρώσουν τα χρέη τους, τους υποβάλλουν σε καταναγκαστική εργασία τους απειλούν και εξασκούν πάνω τους βία.
Σύµφωνα µε πρόσφατες µελέτες υπάρχουν πολλές περιπτώσεις κατά τις οποίες λόγω του ότι οι λαθροµετανάστες αδυνατούν να πληρώσουν την οργάνωση των διακινητών, πέφτουν θύµατα απαγωγής µε σκοπό τον εκβιασµό ακόµη και θύµατα δολοφονιών.
Ωστόσο θα πρέπει να επισηµανθεί ότι αν και ένα συγκριτικά µεγάλος αριθµός λαθροµεταναστών έχει βρεθεί ότι είναι αναµεµειγµένος στη µαύρη αγορά εργασίας και σε εγκληµατικές ενέργειες στις χώρες που τους φιλοξενούν, δεν υπάρχει αµφιβολία ότι οι περισσότεροι µετανάστες που δεν διαθέτουν έγγραφα, είναι νοµοταγείς. Για αυτούς, το κόστος της παράβασης της νοµοθεσίας της χώρας που τους φιλοξενεί – ακόµα και για µικρό αδίκηµα- είναι πολύ ψηλότερο από ό,τι στους πολίτες του κράτους, αφού οι λαθροµετανάστες έχουν να φοβηθούν για τον εντοπισµό τους, τη σύλληψη και την απέλασή τους.
• Χρηµατοδότηση. Κατ’ ουσία οι οργανώσεις που διακινούν παράνοµα τους λαθροµετανάστες έχουν τρεις διαφορετικούς τρόπους να χρηµατοδοτούν τις παράνοµες δραστηριότητές τους: α) Τη χρησιµοποίηση των εσόδων από την εγκληµατική δραστηριότητα προκειµένου να χρηµατοδοτούν άλλες εγκληµατικές δραστηριότητες, β) Την επένδυση κεφαλαίου που έχει αποκτηθεί νόµιµα. Ωστόσο έρευνες διωκτικών αρχών ανά τον κόσµο έχουν κατατείνει στο συµπέρασµα ότι ο δεύτερος τρόπος χρηµατοδότησης παίζει µόνο ένα µικρό ρόλο για τη χρηµατοδότηση των οργανώσεων που διακινούν λαθροµετανάστες και γ) Το ξέπλυµα χρήµατος. Ο συγκεκριµένος τρόπος παίζει σηµαντικό ρόλο στη χρηµατοδότηση αυτού του είδους των οργανώσεων. Τα έσοδα που προέρχονται από τα αδικήµατα νοµιµοποιούνται αλλά δεν «επαναεπενδύονται» σε εγκληµατικές δραστηριότητες.

3. Tρίτος Πυλώνας της Ε.Ε. και παράνομη διακίνηση λαθρομεταναστών

Ο Τρίτος Πυλώνας της Ε.Ε. που αναφέρεται στη συνεργασία στα θέµατα δικαιοσύνης και των εσωτερικών υποθέσεων µεταξύ των άλλων συντίθεται και από την καταπολέµηση του οργανωµένου εγκλήµατος. Έτσι η λειτουργία του τρίτου πυλώνα της Ε.Ε. αναφορικά µε την καταπολέµηση του οργανωµένου εγκλήµατος επηρεάζεται και από το φαινόµενο της διακίνησης των λαθροµεταναστών αφού αφενός µεν έχει καταδειχθεί στο προηγούµενο τµήµα, η σχέση του οργανωµένου εγκλήµατος µε τις οργανώσεις που διακινούν παράνοµα µετανάστες, αφετέρου δε, λόγω του συγκεκριµένου προβλήµατος έχουν αναληφθεί πολιτικές πρωτοβουλίες στην Ε.Ε. προκειµένου να καταπολεµηθεί το συγκεκριµένο πρόβληµα. Έτσι τα σηµαντικότερα στοιχεία που συνθέτουν το όλο φάσµα των απειλών από την παράνοµη διακίνηση λαθροµεταναστών είναι:
• Το Οργανωµένο έγκληµα.
• Η απάτη που γίνεται σχετικά µε τα πλαστά έγγραφα που είναι απαραίτητα για την διακίνηση των λαθροµεταναστών. Η εµπλοκή του οργανωµένου εγκλήµατος και η διαφθορά διευκολύνουν αυτές τις ενέργειες.
• Ο συνοριακός έλεγχος: Πολλά από τα σύνορα τόσο στις χώρες προέλευσης όσο και σ΄ αυτές του προορισµού δεν επιτηρούνται επαρκώς µε αποτέλεσµα η είσοδος των λαθροµεταναστών δεν µπορεί να αποφευχθεί.
• Η διεύρυνση της Ε.Ε. Τα υπό ένταξη κράτη αποτελούν χώρες προέλευσης και διέλευσης.
• Διαφθορά. Η ευρέως διαδεδοµένη διαφθορά κρατικών λειτουργών διευκολύνει την παράνοµη διακίνηση προσώπων υποδαυλίζοντας τις όλες προσπάθειες για να προληφθεί κάτι τέτοιο.
• Το Laissez faire: Λιγότερο αυστηροί έλεγχοι των επιβατών που διέρχονται από ένα Κ-Μ της Ε.Ε. αεροπορικώς, ή αφικνούνται αεροπορικώς από άλλο Κ- Μ της Ε.Ε., έχει αρνητικά αποτελέσµατα στο περιορισµό του φαινοµένου.
• Μη καταγεγραµµένοι πληθυσµοί. Η νοµοθεσία επιτρέπει την ελεύθερη διακίνηση ατόµων µεταξύ των Κ-Μ της Ε.Ε., πράγµα που κάνει δυνατή τη χρησιµοποίηση των ίδιων εγγράφων πιστοποίησης ταυτότητας, συγχρόνως από περισσότερα από ένα άτοµο. Ακόµη ένα άτοµο µπορεί να έχει διαφορετικές ταυτότητες σε διαφορετικά Κ-Μ. Η ύπαρξη οιονδήποτε τέτοιων συµβάντων ευρείας κλίµακας, θα µπορούσε µακροπρόθεσµα να αποσταθεροποιήσει την εσωτερική ασφάλεια των Κ-Μ της Ε.Ε.
• Ο φόβος των θυµάτων. Ο πραγµατικός φυσικός κίνδυνος ότι οι λαθροµετανάστες θα εντοπισθούν, τους κάνει απρόθυµους να συνεργάζονται µε τις διωκτικές αρχές στις προσπάθειες των τελευταίων κατά των εγκληµατιών που διευκόλυναν την είσοδο τους.
• Η αφέλεια των θυµάτων. Η συνεχής επιθυµία των θυµάτων να πιστεύουν στις υποσχέσεις για καλλίτερες συνθήκες ζωής στον πλούσιο δυτικό κόσµο, αποτελεί πλεονέκτηµα για τους διακινητές λαθροµεταναστών.
• Η αφάνεια των θυµάτων. Από την στιγµή που βρίσκονται υπό εκµετάλλευση στις χώρες προορισµού τα θύµατα της λαθροµετανάστευσης, είναι άγνωστα στο ευρύ κοινό και διαφεύγουν της προσοχής των Αστυνοµικών Αρχών. Από τα παραπάνω µπορεί να θεωρηθεί ότι οι απειλές που σχετίζονται µε την παράνοµη διακίνηση των λαθροµεταναστών, η οποία σχετίζεται µε δραστηριότητες του διεθνικού οργανωµένου εγκλήµατος, αφενός µεν επηρεάζουν την γεωοικονοµία [Γεωοικονοµία: Πεδίο αλληλεπίδρασης του ανθρώπου ως «οικονοµικού όντος» µε το περιβάλλον] του ευρωπαϊκού χώρου (παρουσιάσθηκε η «επιχείρηση» διακίνησης σαν οικονοµική δραστηριότητα στο χώρο), αφετέρου δε την γεωστρατηγική [Γεωστρατηγική: Σύνολο µηχανισµού άµυνας, ασφάλειας, προβολής και επιβολής στρατιωτικής δύναµης] αυτού και ειδικότερα το υποσύνολο της εσωτερικής ασφάλειας. Ωστόσο επειδή τόσο η γεωοικονοµία όσο και η γεωστρατηγική αποτελούν τις δύο διαστάσεις της γεωπολιτικής, πιστεύουµε ότι η παράνοµη διακίνηση λαθροµεταναστών ως µορφή του διεθνικού οργανωµένου εγκλήµατος (που αποτελεί κύρια συνιστώσα της λειτουργίας του Τρίτου Πυλώνα της Ε.Ε.) διαµορφώνει ένα γεωπολιτικό πλαίσιο µέσα στο οποίο αναπτύσσονται δυναµικές και πρότυπα, που συνθέτουν µια «µη στρατιωτική πλευρά ασφαλείας» στο χώρο της Ε.Ε. Το γεγονός αυτό µπορεί να αποτελέσει «ασύµµετρη απειλή» που υπονοµεύει την ισχύ του ενιαίου γεωγραφικού, πολιτικού και οικονοµικού χώρου της Ε.Ε.

4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

• Η πολυπλοκότητα διακίνησης µεγάλου όγκου λαθροµεταναστών σε µεγάλες αποστάσεις απαιτεί τέτοιο βαθµό οργάνωσης, εξειδίκευσης και επιτηδειότητας, που µόνο οµάδες του οργανωµένου εγκλήµατος µπορούν να ανταποκριθούν. Οµοίως τα κέρδη που µπορούν να αποφέρουν ενέργειες διακίνησης λαθροµεταναστών την κάνουν µια αγορά που είναι φυσικό να αποτελεί πόλο έλξης για το οργανωµένο έγκληµα.
• Σε ένα µεγαλύτερο βαθµό, οι οµάδες οργανωµένου εγκλήµατος που εµπλέκονται στην παράνοµη διακίνηση λαθροµεταναστών, µπορούν να βρεθούν σε εθνικές κοινότητες που ήδη ευρίσκονται στα Κ-Μ της Ε.Ε. Το γεγονός αυτό µπορεί να θεωρηθεί ως ένας από τους κύριους προωθητικούς παράγοντες αυτού του φαινοµένου. Είναι επίσης πολύ γνωστό ότι διαφορετικές οµάδες οργανωµένου εγκλήµατος συχνά συνεργάζονται µεταξύ τους στο να διακινούνται µέσω των λαθροµεταναστών και ναρκωτικά ή άλλα παράνοµα φορτία. Αυτού του είδους η συνεργασία ασφαλώς και θα επεκταθεί στα υπό ένταξη κράτη και πέραν αυτών.
• Οι εγκληµατικές οργανώσεις ήδη προετοιµάζονται για την διεύρυνση της Ε.Ε. Οι εγκληµατικές οµάδες που ήδη έχουν την έδρα τους στην Εσθονία, Λιθουανία, Βουλγαρία, Ρουµανία, Αλβανία και στα Κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας και στη Ρωσία αποτελούν µια µεγάλη απειλή για την διευρυµένη Ε.Ε.
• Υπάρχουν ενδείξεις ότι το διεθνικό οργανωµένο έγκληµα κάνει ανακατανοµή των δραστηριοτήτων του και των µελών του στις παραπάνω χώρες, που ας σηµειωθεί έχουν γίνει επίσης εστιακά σηµεία για επένδυση κεφαλαίων που προέρχονται από παράνοµες πράξεις. Έτσι η Διεύρυνση της Ε.Ε. πιθανά να αυξήσει τις πιθανότητες για τις οµάδες του οργανωµένου εγκλήµατος να αναζητήσουν νέες παράνοµες αγορές και συγχρόνως να παρέξει νέες περιοχές από τις οποίες θα οργανώνουν τις όποιες εγκληµατικές δραστηριότητες µεταξύ των οποίων και την παράνοµη διακίνηση των λαθροµεταναστών.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: • 1. Jahn A. and Straubhaar Th. 1999. A Survey of the Economics of Illegal • Migration. Στο Martin Baldwin-Edwards, Joaquin Arango (eds) 1999. Immigrants and the Informal Economy in Southern Europe, London-Portland, OR: Frank Cass, pp 16-42. • 2. Jahn A. and Straubhaar Th. 1995. On the political economy of Illegal Immigration. Discussion Papers in Economic Policy, 52, Hamburg: University of the Armed Forces. • 3. Λουκάς Ι. 1996. Σύγχρονη Πολιτική Ιστορία και Παγκόσµιοι πόλεµοι. Αθήνα: Τροχαλία. • 4. Λουκάς Ι. 2000. Η Γεωπολιτική, Αθήνα: Τροχαλία. • 5. Κουβελιώτης Κ. 2002. Το γεωπολιτικό πλαίσιο του σύγχρονου βιοχηµικού πολέµου. Εξωτερικά Θέµατα. Τεύχος 5 – Απρίλιος 2002, σελ. 26-40.• 6. Fiorentini G. and Peltzman S. (eds). 1995, The Economics of Organized Crime, New York: Cambridge University Press, pp 1-30. • 7. Factiva Dow Jones & Reuters. 13.12.03. Justice and Home Affairs: Council Considers Move to Allow Consuls to Issue Visas for Each Other. • 8. UN Resolution A/RES/55/25. 15.11.2000 • 9. ΕUROPOL Convention. 2003. Luxemburg: Office for official publications of the European Communities.• 10. European Commission. 10.07.2001. Press Release: Migratory flows and the European labour market, speech by Antonio Vitorino. • 11. EU Official Journal (2002/C 142/02). Proposal for a comprehensive plan to combat illegal immigration and trafficking of human beings in the European Union. • 12. EU Enfopol 35 Rev 2. 21.04.1997 • 13. ΦΕΚ 141Α΄/ 27.06.01. (N. 2928/ 2001: Τροποποίηση διατάξεων Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονοµίας και άλλες διατάξεις για την προστασίατου πολίτη από αξιόποινες πράξεις εγκληµατικών οργανώσεων). • 14. Scheling, T. C. 1971. What is the Business of Organized Crime, Journal of Public Law, 20 pp.71-84. • 15. Reuter, P. 1983. Disorganized Crime: The Economics of the Visible Hand,Cambridge MA: MIT Press. • 16. Reuter, P. 1985. The Organization of Illegal Markets: An Economic Analysis. Washington DC: US National Institute of Justice.• 17. Chin Cf., 1998. Smuggling of Chinese Aliens and Organized Crime στο Schmid (ed.), Migration and Crime. Milan: ISPAC, p.139. • 18. Schloenhardt, A., 1999. Organised Crime and the Business of Migrant Trafficking, AIC Occasional Seminar, Canberra: Australian Institute of Criminology. • 19. Adamoli et. al. 1998. Organized Crime around the World, Helsinki: HEUNI, pp.17-18. • 20. International Organization for Migration, 1996. Organized Crime Moves into Migrant Trafficking στο TRAFFICKING IN MIGRANTS, No 11, pp 1-2.
Νίκος Δενιόζος, ΕΛΙΑΜΕΠ

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου